Πρώτο
κεφάλαιο ενός τεράστιου «βιβλίου» για
την ιστορία της σύγχρονης μουσικής, ο
δίσκος αυτός των War από
το μακρινό 1970. Κάνοντας μια μικρή
εισαγωγή, αναφέρουμε ότι το συγκρότημα
σχηματίστηκε το 1969 και, με πάμπολλες
αλλαγές στη σύνθεσή του –πρόκειται
ουσιαστικά για μια μεγάλη μουσική
παρέα–, καταφέρνει να επιβιώνει ακόμα,
με πιο πρόσφατη δισκογραφική παρουσία
το 2014.
Ο
συνδυασμός πολλών μουσικών στοιχείων
και η διάθεση πειραματισμού στις δουλειές των War, ήταν
εμφανής από τα πρώτα κιόλας βήματα της δισκογραφικής τους παρουσίας. `Εχουν κατά
καιρούς καταπιαστεί με στοιχεία rhythm
and blues, soul,
rock, funk, jazz,
latin, χωρίς φόβους και
περιορισμούς, ανοίγοντας μουσικούς
δρόμους για το κοινό τους, όπως ελάχιστα
άλλα ονόματα έχουν κατορθώσει. Λίγο-πολύ
και παρ’ όλο που ποτέ δεν έγιναν
επιτυχημένοι σε παγκόσμιο επίπεδο, όλο
και κάποια τραγούδια τους είναι ακόμα
και στις μέρες μας αναγνωρίσιμα (“Low rider”, “The world is a ghetto”, “Slippin’ into darkness”,
“Why can’t we be friends”
κ.ά.), αποδεικνύοντας ότι έστω και με
πλάγιο τρόπο, χωρίς ιδιαίτερη προώθηση,
έχουν καταφέρει διαχρονικά να μπολιάσουν με τους
ρυθμούς τους πολλά και διαφορετικά
μουσικά είδη και παρακλάδια τους.
Για να
επιστρέψουμε στη συγκεκριμένη κυκλοφορία,
θα πρέπει οπωσδήποτε να παρατηρήσουμε
ότι αποτελεί χαρακτηριστικό «προϊόν»
της ποικιλοτρόπως τρελαμένης εποχής
της, με υπερβολές, ακρότητες, πληθωρικότητα και αναμφίβολα μουσική
πολυχρωμία. Η συμμετοχή του Eric
Burdon που θα συνεχιζόταν
και σε αρκετές μεταγενέστερες ηχογραφήσεις των War, αποτελεί καθοριστικό στοιχείο
στη διαμόρφωση του προφίλ του συγκεκριμένου
δίσκου, αλλά και γενικότερα της συνάντησης
διαφορετικών μουσικών υπόβαθρων, με
χαρακτηριστικότερα εκείνα της λευκής
με τη μαύρη μουσική του Νέου Κόσμου.
Στο
διπλό αυτό άλμπουμ γίνεται μουσική
διασκευή/ανάπτυξη των προγενέστερων
επιτυχιών “Paint it black” και “Nights in white satin”
(των Rolling Stones
και Moody Blues
αντίστοιχα), αναμεμιγμένη με συνθέσεις
του γκρουπ που κυμαίνονται από απλές
έως… δαιδαλώδεις κι από χαλαρές έως
οργισμένες. Παράλληλα, το –ιδιαίτερα διαδεδομένο
εκείνη την εποχή– στοιχείο της κοινωνικής
διαμαρτυρίας υποβόσκει αλλά είναι
οπωσδήποτε παρόν, όπως μπορεί κανείς
να διακρίνει στα διάφορα λογοπαίγνια
και αναφορές στους τίτλους των κομματιών
αλλά και του ίδιου του LP. Αξιοπρόσεκτα
τέλος το οπισθόφυλλο και εσωτερικό
εξώφυλλο για την θεματική τολμηρότητά
τους, μια τολμηρότητα όμως που διέπει
όλο το καλλιτεχνικό στίγμα του δίσκου,
σε ακατέργαστη ακόμα μορφή, αλλά σίγουρα
δηλωτική των μετέπειτα κυκλοφοριών του
συγκροτήματος.
Λαμβάνοντας
υπ’ όψιν τα παραπάνω, μπείτε στον μαγικό, πολυδιάστατο κόσμο των War,
με τη σιγουριά ότι οι μουσικές κατευθύνσεις
που πρότειναν και προτείνουν δεν θα σας
προδώσουν ποτέ!